Τρίτη, Μαρτίου 3

«Eλικιά»…….
Ασμα μελαγχολικόν και άχυμον.
Κι’ήλθε ο καιρός και κύλησαν τα χρόνια
της νιότης σπάνε τ’ αποδέλοιπα μπαλόνια.
Μούρες και κεφαλές γεμίσανε με χιόνια
και εκεί που είμαστε αφέντες γίναμε πιόνια.
Θυμάμαι τα τραγούδια κάτω απ΄τα μπαλκόνια,
στα δέντρα συνέχιζαν ξημέρωμα τ’αηδόνια.
Στις αμμουδιές ξεκίναγαν τη μέρα τα γλαρόνια,
όλα πετάξαν μακριά απόδημα χελιδόνια.
«Περήφανα τα γηρατειά σ’ ελευθέρα αλώνια»
μας τάξανε και δώσαμε σε κείνους τα γαλόνια.
Κι είπαν , σαν έχασαν της <βρώμας> τη κολόνια,
«Εις τον Καιάδα οι γέροντες, ειν’όλοι τους κωθώνια»
ΡΕΦΡΕΝ
Τα όμορφα χαθήκανε τα πράματα,
καθόλου δεν βόηθησαν τα τάματα.
Αχυμα και ξινόγλυκα μένουν τ’<άσματα>
κι’ οι άμοιροι για γιατρειών πειράματα.
Ο,τι λαχαίνει, κάθε μέρα τραγουδώ
κι’ένα φτηνό δαγκώνω μανταρίνι.
Εχω μια μόνιμη νυχτερινή επωδό,
πριν κοιμηθώ, να (πίνω μία ασπιρίνη.)*
Σε λόγου σας.
*Νομίζω αυτή δεν είναι σε «γεννόσημο» ακόμη
Το σωστό βέβαια είναι (να καταπίνω την οδύνη)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου