Λυπάμαι…… «Λυπούμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι μέσα από τα δάχτυλά μου χωρίς να πιω ούτε μια στάλα. Τώρα βυθίζομαι στην πέτρα»(Γ.Σ) ------------------ Λυπάμαι γιατο ονειρο το χτεσινό που είδα να πραγματώνεται το επομενο πρωϊ, και τρομοκρατούμαι στον εφιάλτη της επανάληψης. =Να χαιδέψω θέλησα τον κόσμο, μα το χέρι μου έγδαρε το κορμί του. Αίμα πότισε τα λαβωμένα πόδια μου από τον εκφυλο δρόμο, που περπατώ χρόνια. Η κραυγή μου πνίγηκε στη σιωπή της αδιαφορίας. Ρυτίδες γέμισαν το προσωπο του παρόντος, άφευκτες και επώδυνες που οιωνίζονται στο μελλον= Λυπάμαι για το όνειρο το ουτοπικό που αγάπη περιίπταται στον κόσμο, αόριστο πέπλο, τόσο καλόδεχτο να σκεπάσει την γύμνια του, τόσο φιλόξενο να αγκαλιάσει την χρηστότητα, την καλοσύνη, την κάθε αρετή, όμως και τόσο υποκριτικά και εμφατικά αποδιοπομπαίο. Λυπάμαι για το όνειρο το ειρωνικό, που ο άνθρωπος υποστηρίζει την παρείσακτη υπεροπλία του στη φύση. Την λησμοσύνη του στο πεπερασμένο της ύπαρξης του στη γή. Το ασύλληπτο μέγεθος της ύπαρξης του μακρόκοσμου. Το άστατον και αβούλητο της τύχης, που του δόθηκε σε χρόνο ,τόπο και μορφή. Λυπάμαι και τους ήρωες,σοφούς, και βολεμένους π’αρμέγουνε τους ατυχείς και ευπειθείς λαούς. Σοφία κι’ ανδριωσύνη, βάζουν στο «πυγαίον θυλάκιον» κι’εγκαταλείπουν αφελφούς στον ήλιο γυμνωμένους. Ποδοπατούν το μοναδικό «θαύμα της ζωής», με άναξια ύλη, θεωρώντας ότι ετσι «ευ-ζούν» και την ανθρωπότητα κοσμούν Λυπαμαι για την μικρόνοια τ’ ανθρώπου, που υπερτιμά και εξωραϊζει το ξεχωριστό του είδος. Αντιστέφει την ουσία των πραγμάτων, τοποθετόντας το «ευ» στο χρήμα και στην εξουσία και θυσιάζει την ελευθερία του, στο βωμό του ορμέφυτου της απληστίας. Αναπαυμένος και σκλαβωμένος στην ψευδαίσθηση, βυθισμένος στον πέτρινο εγωισμό του, προσπαθεί να κατασκευάσει τον άτρωτο υπεράνθρωπο, λησμονώντας πως το ποτάμι μια έχει ροή. Λυπάμαι που, ο άνθρωπος αν και γνωρίζει, «τι εστί ελευθερίας και ευτυχίας χρόνος» αν και γνωρίζει το μοιραίο και άφευκτο φευγιό του, πιστεύει στο ανέφικτο, στηρίζεται στο τελευταίο «κακό» του Πίθου της Πανδώρας και μάχεται να αντικαταστήσει τον Θεό. Λυπάμαι που…γεννήθηκα άνθρωπος, γέμελος του ανταθρώπου. |