Τετάρτη, Ιουλίου 15

Καμένες ελπίδες
και ο Στεγνωμένος Κέδρος
Ξύπνησε η μέρα
και μαύρο αντίκρισα τον ουρανό.
Βροχή δεν ήταν, δεν ηταν καταιγίδα
Βαριά και η πνοή τ’αγέρα
για το σπουργίτι τ’ορφανό.
Καιγόταν δίπλα η τελευταία ελπίδα.
Γεμάτα τα όνειρα με αισθήματα
απ’της ζωής παθήματα, μαθήματα.
Έτρεξα το χθές , τρέχω το σήμερα,
στ’αύριο αγριεύομαι
και κυριεύομαι
απο θεριά ανήμερα.
Αποκοιμιέται η μέρα
και μαύρο σκεπάζει το βουνό.
Καίγεται κάθε ελπίδα στην ελπίδα.
Πορεία δεν βγαίνει από αστέρα
και τ’όνειρο είναι σκοτεινό,
προμάντεμα για νέα καταιγίδα.
Βαθιά στη κιβωτό του νού μου ριζωμένη
μ’ιδρώτα πάθους ποτισμένη,
πορφυρογέννητη και στολισμένη
ήταν η Ελπίδα, η πρώτη αγαπημένη.
Ξυπόλυτος περπάτησα το ποταμό της,
μα ψεύτικο , καυτό στη λίμνη το νερό της ,
σαν έπεσα στη πυρκαγιά που προξενεί το κέρδος...
κι'απο τη ρίζα, σκιά ζωής ,μου έδωσε,
ο στεγνωμένος κέδρος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου