Χαντζάρι* Σκύθην ἐς οἷμον, ἄβατον εἰς ἐρημίαν (Αισχυλος-Πομηθέας Δεσμωτης) Σε μιαν άκρη του μύθου καθισμένος, μες την άβυσσο της ζήσης βυθισμένος, θωρώ φως της ηδονής , απ’τ’ όνειρο παρμένος πασχίζοντας απόκριση,ο δρόμος μπρος κλεισμένος Ο λόγος,στ’ άλυτο του γρίφου, προδιαγεγραμμένος. ................................. Αδράνησε ο άνθρωπος θαρρώ στα έσχατα πάλι τα χρόνια και στης ραστώνης το χορό τον βρήκανε ύπουλα χιόνα. /// Μες τ’όνειρο του ανέστησε βρικόλακα στη ζήση, τα πάθη του, τον έντυσε, μ’ ευγένεια στη φύση. /// Λησμόνησε η «Ατροπος» στη μοίρα έχει πάθος κι’όταν ξυπνά ο άνθρωπος τα όνειρα βγαίνουν λάθος /// Λησμόνησε τα ξωτικά σαν ζήσουν πίνουν αίμα, δείχνονται όντα λογικά, μα επικρατούν με ψέμα. /// Νύχτες κοιμούνται μ’αίματος νηστεία στους Σκυθικούς του δρόμους, αφήνοντας στο «Κράτος», με τη «Βία» «Χαντζάρινους» να βάνουν νόμους, /// Σαν βλέπει τον βρικόλακα αληθινό εμπρός του, καλεί τον αυλοκόλακα να διώξει τον εχθρό του. /// Νομίζει αν του δείξει φως θα βγεί λευτερωμένος. Το κρίμα του ήτανε το βιός και βγαίνει χρεωμένος. /// Τσιμπιέται, να δεί πως είναι ζωντανός, μες το όνειρο πιστεύει πως βιώνει. Στο κόσμο π’ ήρθε νιώθει ορφανός, η Αγάπη π’ άκουσε είναι αέρας-σκόνη. /// Νεκρός, φαντάζεται πως ξεχρεώνει, μα ζεί, ελπίζοντας τ’ άδικα θα σβήσουν. Φίλος το φίλο για αργύρια σκοτώνει, «γλυκιά η ζωή», τα μάτια μέχρι να κλείσουν. /// Λόγια «λευκά» σκεπάζουν κατευναστικά, τα Σκυθικά τα όρη, κοιμίζουν τον «Βαρδάρη», Μα του «Καταχανά» τα δόντια, είναι «τοξικά», θανάτου φτύνουνε, στην ένδεια, «Χαντζάρι». * Χαντζάρι>(Σπαθί) Χαντζάρια>(Χαζαρία);;;;;;;;;;;;; |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου